«Το υδραγωγείον ευρίσκεται ακριβώς στην θέσι παλαιού υδραγωγείου, προφανώς αποτελούντος κλάδον του Αδριανείου. Η παροχή του ανέρχεται σε 3/4 της οκάς περίπου...»
Αναζητώντας στοιχεία σχετικά με την ύδρευση των αρχαίων Αθηνών και το μεγάλο υπόγειο έργο της ρωμαϊκής εποχής, το Αδριάνειο υδραγωγείο, καταλήξαμε να εντοπίζουμε τη θέση ενός πιο σύγχρονου και σαφώς μικρότερου υδραγωγείου, το οποίο ο Αν. Παππάς στο βιβλίο του «Η ύδρευσις των αρχαίων Αθηνών» αναφέρει ως ένα από τα παράπλευρα και βοηθητικά προς το Αδριάνειο, υδραγωγεία:
«Παραλλήλως προς το ρεύμα της Βαρυμπόπης κινείται υδραγωγείον, το οποίον διέρχεται ανατολικώς της γέφυρας της οδού προς τις Αχαρνές και της διασταυρώσεως προς Δεκέλεια και Κηφισιά. Εν συνεχεία διέρχεται της σιδηροδρομικής γέφυρας, και μετά από εκατόν μέτρα περίπου εκτρέπεται προς τη νοτιοδυτική γωνία του αεροδρομίου Δεκελείας. Προφανώς πρόκειται περί διακλαδώσεως του Αδριανείου υδραγωγείου, αποκαλυφθέντος κατά το 1914. Το υδραγωγείον αυτό συμβάλλει μετά του κυρίου κλάδου στον φανό 250.»
ΓΙΑ ΝΑ ΕΜΦΑΝΙΣΤΕΙ ΟΛΟΚΛΗΡΟ ΤΟ ΘΕΜΑ: "διαβάστε περισσότερα"
Η θέση εντοπισμού, όπου το τούνελ του βγαίνει στην επιφάνεια, είναι κοντά στο σιδηροδρομικό σταθμό Δεκέλειας (στρατιωτικό αεροδρόμιο Τατοΐου) και στη διασταύρωση των αρτηριών Δεκελείας και Τατοΐου.
Στο
δεύτερο χιλιόμετρο της Τατοΐου από Μενίδι και ακριβώς στη διασταύρωση με τις
γραμμές του ΟΣΕ (Αθηνών - Θεσσαλονίκης) υπάρχει ένα πέτρινο γεφύρι (μάλλον λίγο
παλαιότερο από το υδραγωγείο) πάνω από το οποίο οι γραμμές περνούν το ρέμα
Βαρυμπόπης που συμβάλλει με τον Κηφισό (ρέμα Χελιδονούς) παρακάτω, στην περιοχή
της Μεταμόρφωσης.
Το υδραγωγείο εντοπίζεται να καταλήγει προ της γέφυρας και να διέρχεται κάτω από αυτήν, αριστερά της κοίτης, μέσω ενός πιο σύγχρονου της κατασκευής του, τσιμεντένιου καναλιού.
Θεωρεί ότι έχει άγνωστη αφετηρία, και ότι πρόκειται για υδρομαστευτικές προφανώς στοές, τα ύδατα των οποίων διοχετεύονται προς τη θέση Σχοινά, και συμβάλλουν στον κύριο κλάδο του Αδριάνειου, πιθανώς στον φανό αρ. 250 (βλ. χάρτη). Η συμβολή με το Αδριάνειο, εφ’ όσον υπήρχε, υποθέτουμε ότι δε θα ήταν υπόγεια, δεδομένου ότι το κανάλι του υδραγωγείου βγαίνει στην επιφάνεια στο σημείο της γέφυρας, και ότι η σήραγγα του Αδριανείου διέρχεται υπογέιως.
Σε μια διαφορετική τώρα έρευνα σχετική με τα υδραγωγεία και τις πηγές του Μενιδίου, εντοπίσαμε -σχεδόν τυχαία- και τα υπόλοιπα σχετικά με το υδραγωγείο αυτό στοιχεία που έλειπαν από τον Παππά και θα τα αναφέρουμε παρακάτω.
Στο βιβλίο λοιπόν του Χρ. Καλογράνη «Οι Μενιδιάτες», αναφέρονται οι πηγές και τα υδραγωγεία των Αχαρνών, το πρώτο εκ των οποίων κατασκευάστηκε το 1750 και λειτούργησε μέχρι το 1840, με υπόγεια γαλαρία μήκους πάνω από τρία χιλιόμετρα, που έφερνε το νερό από την υπόγεια υδάτινη φλέβα της Χαμοστέρνας (σε βάθος 10 μ.) στον Κάραβο, όπου έβγαινε στην επιφάνεια στο κτίριο της επονομαζόμενης “πηγής” στην πλατεία του Καράβου.
Το νερό ήταν φυσικά πόσιμο, αλλά χρησίμευε και για όλες τις υπόλοιπες χρήσεις (πλύσιμο, πότισμα, κ.λπ.). Το τούνελ είχε πλάτος 1 μέτρο και ύψος 1.50, ήταν καλυμμένο με πλάκες από σχιστόλιθο και διέθετε σε όλο το μήκος του πηγάδια (για συντήρηση) σε αποστάσεις 100 μ. μεταξύ τους. Όταν το υδραγωγείο αυτό άρχισε να υπολειτουργεί, κατασκευάστηκαν δύο νέα τούνελ (που διέθεταν επίσης φρέατα συντηρήσεως), οι “πηγές” των οποίων εξυπηρετούσαν τους Μενιδιάτες μέχρι το 1940.
Ένα εκ των εντοπισθέντων φρεάτων ("καμουφλαρισμένο"), εξωτερικά και εσωτερικά.
Σύμφωνα με τον Καλογράνη, το υδραγωγείο κατασκευάστηκε από Αχαρνείς που ήθελαν να ποτίζουν τα εύφορα κτήματά τους που βρίσκονταν στην ίδια περιοχή. Το έργο δεν συνάντησε δυσκολίες, καθώς το έδαφος ήταν διάσπαρτο από μικροπηγές που ανέβλυζαν στην επιφάνεια της γης.
Κατασκεύασαν λοιπόν ένα τούνελ μικρού μήκους (600 περίπου μέτρα), ύψους 1.50 μ. και πλάτους 1 μ. που ήταν ο συλλεκτήρας των μικροπηγών. Ο Παππάς μάς πληροφορεί ότι κατά μήκος του άξονα του υδραγωγείου, υπάρχουν επί του εδάφους 15 φανοί (καλύμματα φρεάτων συντήρησης) κατασκευασμένοι όπως αυτοί του Αδριανείου (τσιμεντένιοι), αλλά χωρίς αρίθμηση. Ο χρόνος επικάλυψης των φρεατίων δεν είναι γνωστός, πιθανολογείται όμως ότι έγινε κατά την περίοδο 1915-1918 από το Δήμο Αθηναίων, ή αργότερα από την Ε.Ε.Υ.
Στην επιτόπια έρευνά μας επιβεβαιώσαμε όλα τα παραπάνω στοιχεία και εντοπίσαμε 3 τουλάχιστον πηγάδια (και ένα κατεστραμμένο) κυκλικής διατομής και μικρής διαμέτρου (ακριβώς όπως του Αδριανείου) με βάθος από 10 έως 20 μέτρα περίπου. Μελλοντικά προγραμματίζουμε να επισκεφτούμε τη στοά και τα πηγάδια του υδραγωγείου και εσωτερικά!
Με
τον τρόπο αυτό λοιπόν, οι Μενιδιάτες απέκτησαν μία πηγή με υπεραρκετό νερό,
ικανή να ποτίζει αμπέλια, περιβόλια, ελαιόδεντρα, κ.λπ. Η πηγή ονομάστηκε
«Κοντίτα», λόγω του μικρού (κοντού) μήκους της γαλαρίας της, και μέχρι και πριν
από μερικά χρόνια, σύμφωνα με μαρτυρίες των κατοίκων της περιοχής, έπλεναν σε
αυτή τα ρούχα τους οι νοικοκυρές των γύρω κτημάτων. Μία μάλλον πιο δόκιμη εκδοχή, θέλει την ονομασία να προέρχεται από την αγγλική λέξη conduit που σημαίνει αγωγός ή σωλήνας.
Κλείνοντας,
να αναφέρουμε ότι τη στοά της Κοντίτας “στοίχειωσε” ο τραγικός θάνατος του
Συφέρου, ειδικού συντηρητή των υδραγωγείων από το Μενίδι, όταν στη βιασύνη του
να ξεφράξει ένα μικρό τμήμα της γαλαρίας όπου τα χώματα είχαν υποστεί
καθίζηση, έχασε τη ζωή του από πνιγμό…
Σήμερα, οι ντόπιοι συνεχίζουν να ποτίζουν τα κτήματά τους με το νερό του υδραγωγείου (που εξακολουθεί να λειτουργεί - ειδικά το χειμώνα), αντλώντας το μέσα από τα πηγάδια που βρίσκονται στα κτήματά τους.
ΕΠΙΣΚΕΨΗ ΣΤΟ ΕΣΩΤΕΡΙΚΟ ΤΟΥ ΥΠΟΓΕΙΟΥ ΚΑΝΑΛΙΟΥ (ΚΑΛΟΚΑΙΡΙ 2013)
Συνεχίζοντας την έρευνά μας για συλλογή σχετικών με το υδραγωγείο στοιχείων, επιχειρήσαμε με τη Γεωργία Μπουρμπούλη να εισχωρήσουμε στο εσωτερικό του καναλιού, κάτι που τελικά αποδείχτηκε ότι δεν ήταν καθόλου εύκολο. Η διατομή διαστάσεων 0,40 x 0,50 δε μπορούσε παρά να διασχίζεται μόνο έρποντας. Νερό δεν υπήρχε στο εσωτερικό, εκτός από ελάχιστο στην έξοδο, μέσα από το οποίο όμως έπρεπε να περάσουμε, και ταυτόχρονα και μέσα από τα κουνούπια που βρίσκονταν συσσωρευμένα εκεί. Η λάσπη βέβαια δεν έλειπε...
Στα πρώτα 25 περίπου μέτρα, παρατηρήσαμε ότι το κανάλι ήταν ανακατασκευασμένο σε μεταγενέστερη εποχή από την κατασκευή του υδραγωγείου (τέλη 1800 - αρχές 1900). Τα τοιχώματα και η οροφή ήταν κυρίως από τσιμέντο.
Στη συνέχεια, το τούνελ έστριβε απότομα προς τα δεξιά. Από εκεί κι έπειτα, η υπόγεια κατασκευή ήταν η αρχική.
Κανάλι με λιθόκτιστα τοιχώματα, καλυμμένο με πέτρινες πλάκες στην οροφή (πλακοσκεπές), τεχνοτροπία που συναντάται συνήθως σε παρόμοια υδραυλικά έργα.
Στην παραπάνω φωτογραφία, πιθανόν να βρεθήκαμε κάτω από το πρώτο εκ των δύο πηγαδιών που υπάρχουν στην τοποθεσία (βλέπε παραπάνω), το οποίο ή δε διαθέτει μεγάλο βάθος, ή είναι φραγμένο.
Συνεχίζοντας τη μετακίνηση με μεγάλη δυσκολία, διανύσαμε περίπου άλλα 25 μέτρα μέσα στην παλιά χαμηλή στοά, φτάνοντας μπροστά σε ένα τμήμα που ήταν γεμάτο με σκουπίδια.
Αποφασίσαμε όμως να μη συνεχίσουμε, καθώς βρισκόμασταν ήδη σε αρκετά δύσκολη θέση. Να σημειώσουμε ότι κατά τη διάρκεια της εξερεύνησης, διέρχονταν τα τρένα από την παρακείμενη σιδηροδρομική γραμμή, κάνοντας το έδαφος μαζί με το ...περιεχόμενο υδραγωγείο να σείεται!
Το τούνελ βέβαια συνέχιζε, και λίγο παρακάτω θα συναντούσε και το δεύτερο πηγάδι, το οποίο διαθέτει ικανοποιητικό βάθος, αλλά εμείς ξεκινήσαμε να επιστρέφουμε, κάτι που θα μπορούσε να γίνει μόνο οπισθοχωρώντας, καθώς δεν υπήρχε διαθέσιμος χώρος για αλλαγή κατεύθυνσης.
Κείμενο, φωτογραφίες: Παναγιώτης Δευτεραίος
Δραστηριότητα: urban exploration, urban speleology
Συμμετείχαν: Αλέξανδρος Γλαράκης, Γεωργία Μπουρμπούλη, Αλέξανδρος Τσεκούρας, Παναγιώτης ΔευτεραίοςΠληροφορίες κειμένου: Αν. Παππά "Η ύδρευσις των αρχαίων Αθηνών", Αθήνα 1999
Χρ. Καλογράνη "Οι Μενιδιάτες", Αθήνα 1990
Πηγή: ΑΣΤΙΚΗ ΣΠΗΛΑΙΟΛΟΓΙΑ
0 σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου